Οι κίνδυνοι πλημμυρών στη Θεσσαλία και έργα που πρέπει να κατασκευαστούν θα συζητηθούν στο σημερινό περιφερειακό συμβούλιο. Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζήτησε να εκπονηθεί προκαταρκτική αξιολόγηση κινδύνου Πλημμύρας για κάθε Περιοχή Λεκάνης Απορροής. Η στρατηγική μελέτη Περιβαλλοντικών επιπτώσεων) του σχεδίου «Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας των Λεκανών Απορροής Ποταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας περιλαμβάνει δύο κύριες υδρολογικές λεκάνες: του Πηνειού (11.062 Km2) και των ρεμάτων Αλμυρού ‐ Πηλίου (2.078 Km2 ).
Σύμφωνα με την Προκαταρκτική Αξιολόγηση κινδύνων πλημμύρας οι Ζώνες Δυνητικά Υψηλού Κινδύνου Πλημμύρας για το υδατικό διαμέρισμα Θεσσαλίας είναι οι εξής:
-Πηνειός και παραπόταμοι, μαζί με την κλειστή λεκάνη της λίμνης Κάρλας 2. Χαμηλή ζώνη κλειστής λεκάνης Καλοχωρίου (EL08RAK0004).
-Δέλτα ποταμού Πηνειού, Παραλία Κουλούρας‐Παλαιοπύργου.
-Χαμηλή ζώνη μέσω ρου Τιταρήσιου, περιοχή Ελασσόνας.
-Χαμηλή ζώνη άνω ρου Τιταρήσιου.
-Χαμηλή ζώνη λεκάνης άνω ρου Κουσμπασανιώτικο.
-Χαμηλή ζώνη άνω ρου Ενιπέα, τάφρου Ξυνιάδας.
-Χαμηλή ζώνη λεκανών Αλμυρού και Χολόρεμμα στον Ν. Μαγνησίας.
-Χαμηλή ζώνη λεκάνης Ξηριά στον Βόλο και ρεμάτων ευρύτερης περιοχής Βόλου.
Καλύπτουν δε έκταση 31,7% της συνολικής έκταση του υδατικού διαμερίσματος Θεσσαλίας.
Ποιες περιοχές κινδυνεύουν
Τα στρατηγικά συμπεράσματα ανάλυσης πλημμυρικού κινδύνου σύμφωνα με τους χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας και χάρτες κινδύνων πλημμύρας είναι:
-Θίγεται τμήμα των πολεοδομικών συγκροτημάτων της Λάρισας από την υπερχείλιση του Πηνειού και των Τρικάλων από την υπερχείλιση του Ληθαίου αντίστοιχα με σημαντικές χρήσεις και δραστηριότητες εντός τους. Είναι αναγκαία η λήψη μέτρων διαχείρισης των εν λόγω κινδύνων.
-Επιπλέον, εντός της ζώνης κατάκλυσης για όλα τα εξεταζόμενα σενάρια βρίσκεται τμήμα του πολεοδομικού συγκροτήματος του Βόλου με σημαντικές χρήσεις εντός αυτού, όπως η ΒΙΠΕ Βόλου. Η κατάκλυση πραγματοποιείται λόγω υπερχείλισης των ρεμάτων που διέρχονται εντός της πόλης (Άναυρος, Κραυσίδωνας και κυρίως Ξηριάς) και των πιέσεων που ασκούν τεχνικά έργα κατά μήκος τους. Είναι αναγκαία η λήψη μέτρων διαχείρισης των εν λόγω κινδύνων.
-Σε Ζώνες όπου εμφανίζονται σημαντικές περιοχές κατάκλυσης, οι παρεμβάσεις επί της κυρίως κοίτης του Πηνειού και των παραποτάμων του ή των εξεταζόμενων υδατορευμάτων στη λεκάνη απορροής Αλμυρού ‐ Πηλίου πρέπει να περιορισθούν στις αναγκαίες ώστε να αποκατασταθεί η παροχέτευση ενός ελάχιστου επιπέδου πλημμυρικής απορροής με σκοπό τη μείωση των «συνήθων» πλημμυρικών φαινομένων και την εξασφάλιση ενός δεδομένου επιπέδου προστασίας.
-Με βάση τα εξεταζόμενα στους χάρτες επικινδυνότητας πλημμυρικά γεγονότα, θίγονται αρκετές χρήσεις (όπως κτηνοτροφικές και βιομηχανικές μονάδες, εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων, γεωτρήσεις, υποσταθμοί ηλεκτρικής ενέργειας), προστατευόμενες περιοχές, και πάνω από 100 μεγαλύτεροι ή μικρότεροι οικισμοί. Είναι αναγκαία η λήψη μέτρων διαχείρισης κινδύνου των θιγόμενων χρήσεων έναντι πλημμυρών.
-Στα εξεταζόμενα σενάρια θίγεται μεγάλη έκταση καλλιεργούμενων εκτάσεων η οποία ξεπερνά το 1 εκατ. στρέμματα για το γεγονός μέσης πιθανότητας υπέρβασης τα 100 χρόνια.
Το μεγαλύτερο μέρος από αυτές βρίσκεται εντός της θεσσαλικής πεδιάδας. Το αποτέλεσμα αυτό καταδεικνύει τόσο την ανάγκη διαχείρισης κινδύνου των εν λόγω εκτάσεων, με δεδομένο ότι υπάρχει σημαντική πιθανότητα κατάκλυσης.
Σε όλο το υδατικό διαμέρισμα για όλα τα εξεταζόμενα σενάρια φαίνεται να κατακλύζονται αρκετές γέφυρες μεγαλύτερης ή μικρότερης σημασίας για τη συγκοινωνιακή σύνδεση της Θεσσαλίας, αλλά και σιδηροδρομικές υποδομές. Επιπλέον, αφθονούν οι ιρλανδικές διαβάσεις σε ποταμούς, οι οποίες προφανώς κατακλύζονται σε περίπτωση εκδήλωσης ακραίων φαινομένων. Είναι αναγκαία η επανεξέταση της παροχετευτικής ικανότητας των συγκοινωνιακών τεχνικών έργων, καθώς και η πρόληψη για τη μείωση των κινδύνων από τη χρήση των ιρλανδικών διαβάσεων ή η αντικατάστασή τους.
Η υλοποίηση του Σχεδίου θα επιφέρει παράλληλα και αρνητικές επιπτώσεις σε ορισμένους τομείς, οι οποίες, σε ένα βαθμό, μπορούν να περιοριστούν με τη λήψη κατάλληλων μέτρων.
Συγκεκριμένα, συστήνεται η λήψη αυστηρών περιοριστικών μέτρων ως προς τη χωροθέτηση, τις προδιαγραφές κατασκευής και λειτουργίας των έργων τα οποία θα υλοποιηθούν. Η πιθανή χωρική επέκταση ορισμένων παραγωγικών δραστηριοτήτων (π.χ. περαιτέρω ανάπτυξη της γεωργίας λόγω της αποτελεσματικότερης προστασίας από πλημμύρες) θα τείνει να αυξήσει την περιβαλλοντική επιβάρυνση. Στη μείωση των επιπτώσεων μπορούν να συμβάλλουν οι τεχνολογίες αντιρρύπανσης, αλλά και ο κατάλληλος στρατηγικός σχεδιασμός της επέκτασης των δραστηριοτήτων αυτών. Επισημαίνεται ότι δεν είναι σαφές αν το προτεινόμενο σχέδιο θα τείνει να αυξήσει ή να μειώσει την έκταση των γεωργικών εκτάσεων.
Η προτεινόμενη αναδιάρθρωση της γεωργίας (με πρόταση νέων καλλιεργειών), καθώς και οι πιέσεις που θα ασκήσει προς την κατεύθυνση αυτή η πολιτική των αποζημιώσεων (αναθεώρηση των καλλιεργειών που έχουν προτεραιότητα ως προς την αποζημίωση σε περίπτωση φυσικών καταστροφών) είναι πιθανό να δημιουργήσουν συνακόλουθες πιέσεις στις χρήσεις γης και την περιουσία, και το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον γενικότερα (π.χ. ένα κομμάτι του αγροτικού πληθυσμού ενδεχομένως να οδηγηθεί στην εγκατάλειψη της συγκεκριμένης παραγωγικής δραστηριότητας) και κάποιες κοινωνικές αντιδράσεις. Τα μέτρα που μπορούν να ληφθούν για περιορισμό ανάλογων επιπτώσεων συνοψίζονται στα εξής:
‐ Διαρκής ενημέρωση του αγροτικού πληθυσμού για τα οφέλη που θα έχει ο ίδιος αλλά και η χώρα γενικότερα με την εφαρμογή μιας αναδιάρθρωσης της αγροτικής παραγωγής προς περισσότερο ανθεκτικές στις πλημμύρες καλλιέργειες.
‐ Να δοθούν τα απαραίτητα κίνητρα στον αγροτικό πληθυσμό ώστε να αντιμετωπίσει θετικά τις προωθούμενες αλλαγές. Τέτοια κίνητρα μπορεί να είναι (ενδεικτικά και όχι περιοριστικά)
* οικονομικά (μέσω π.χ. της ένταξης ευρύτερων τμημάτων του αγροτικού πληθυσμού σε σχετικά ευρωπαϊκά προγράμματα),
* φορολογικά (π.χ. πρόβλεψη φορολογικών ελαφρύνσεων για εισοδήματα που αποκτώνται από την εκμετάλλευση των νέων καλλιεργειών κ.λπ.),
* θεσμικά (π.χ. επιτάχυνση των διαδικασιών για ανάπτυξη των απαραίτητων υποδομών, όπως π.χ. αρδευτικά δίκτυα, αναδασμοί κ.λπ., στις περιοχές που έχουν ενταχθεί σε προγράμματα αναδιάρθρωσης των καλλιεργειών).
Οι βασικές αρνητικές επιπτώσεις που αναμένονται για το έδαφος οφείλονται σε πιέσεις κατά τη φάση κατασκευής των προβλεπόμενων αντιπλημμυρικών έργων. Όμως τέτοιου είδους επιπτώσεις δεν έχουν στρατηγικό χαρακτήρα και μπορούν να αντιμετωπιστούν πλήρως στη φάση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των επιμέρους έργων.
Στο τοπίο, αναμένονται τοπικά κάποιες αρνητικές επιπτώσεις από τη χωροθέτηση των αντιπλημμυρικών έργων. Ακόμη και μικρές αλλαγές τοπικού χαρακτήρα στο τοπίο επιδρούν δυσμενώς στο αστικό και αγροτικό τοπίο σε μακροπρόθεσμη βάση, αφού δεν γίνονται άμεσα αντιληπτές και δεν αντιμετωπίζονται. Όμως οι όποιες επιπτώσεις αναμένονται είναι περιορισμένης έκτασης και έντασης και δεν έχουν στρατηγικό χαρακτήρα.